ἀπείρητος 1 ἀπειρία 2 ἀπειρία ἈπειριτάϜων ἀπείρῐτος ἀπειρκτικός ἀπειροβᾰθής ἀπειροβίως ἀπειρογαμία ἀπειρόγαμος ἀπειρόγνωστος ἀπειρόγονος ἀπειρόγραφος ἀπειρόγωνος ἀπειρόδακρυς ἀπειροδιοικήτης ἀπειρόδροσος ἀπειροδυναμία ἀπειροδύναμος ἀπειρόδωρος ἀπειροειδής ἀπειρόζυγος ἀπειροθάλαττος ἀπειροθεΐα ἀπειρόθεν ἀπειρόκᾰκος ἀπειροκαλεύομαι ἀπειροκαλία ἀπειρόκαλος ἀπειρολεχής ἀπειρολογέομαι ἀπειρολογία ἀπειρόλογος ἀπειρομάχᾱς ἀπειρομεγέθης ἀπειρόμενος· ἀπειρόμοθος ἀπειρονίκης ἀπειροπάθεια ἀπειροπλάσιος ἀπειροπλασίων ἀπειροπλήθεια ἀπειροπληθής ἀπειρόπλους ἀπειρόπλουτος ἀπειροποιός ἀπειροπόλεμος ἀπειρόπονος ἀπειρόπους ἀπειροπρόσωπος 1 ἄπειρος 2 ἄπειρος 3 ἄπειρος Ἄπειρος ἀπειροσθενής ἀπειροστημόριον ἀπειροσύνη ἀπειροτέρμων ἀπειρότεχνος ἀπειρότοκος ἀπειροχρόνιος ἀπειρόω ἀπειρύω ἀπειρωδίν 1 ἀπείρων 2 ἀπείρων ἀπειρώνυμος ἀπειρώτας ἀπείς †ἀπεισουτῆρες· ἄπειστος